-
1 ἐπομφάλιος
ἐπ-ομφάλιος ( ὀμφαλός): βάλεν σάκος ἐπομφάλιον, on the boss, Il. 7.267†.A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό) > ἐπομφάλιος
-
2 ἐπομφάλιος
A on the navel or central point, βάλεν δεινὸν σάκος..μέσσον ἐ. in the centre, on the boss of the shield, Il.7.267 ; σῦκον ἐ. a fig with a navel-like stalk, AP6.22 (Zon.).II Subst. ἐπομφάλιον, τό, the umbilical region, Parth.35.4, Poll.2.169.2 plaster applied to the navel,ἐ. καθαρτικά Aët.3.135
, cf. Philum.ib.9.25.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐπομφάλιος
См. также в других словарях:
επομφάλιος — α, ο (AM ἐπομφάλιος, ον) αυτός που βρίσκεται ή τοποθετείται επάνω στον ομφαλό αρχ. 1. αυτός που βρίσκεται πάνω στον ομφαλό τής ασπίδας («βάλεν Αἴαντος δεινόν σάκος ἑπταβόειον μέσσον ἐπομφάλιον» Ομ. Ιλ.) 2. (για σύκα) αυτός που έχει μίσχο όμοιο με … Dictionary of Greek